Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορίες Προσώπων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορίες Προσώπων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

“Έργο ζωής”: Ιστορίες Προσώπων Υπαρκτών και Αλλόκοτων – Βάσανα και Περιπέτειες του Εαυτού


Τα αηδόνια της άνοιξης έρχονται κάθε χρόνο στο νησί. Το κάλεσμα τους όμως, σε μια εποχή αναγέννησης και δημιουργίας δεν είναι πάντα αντιληπτό από όλους τους τοπικούς ήρωες.

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Το φύλο

Ιστορίες προσώπων 
υπαρκτών και αλλόκοτων
βάσανα και περιπέτειες του εαυτού


Το φύλο

Δεν ήξερε που την κεφαλή να κλείνει. Θαρρείς και τότε εμφανίστηκαν δύο όχθες ποταμού, μεγάλου και αφρισμένου, σαν δύο επιλογές. Από την αριστερή όχθη άκουσε χορωδία σειρήνων που τραγουδούσε για την διαταραγμένη σχέση του με τον πατέρα του, άκουσε να αφηγούνται με στριγκές φωνές την ιστορία μιας παιδικής ηλικίας στην γυάλα φοβικής μητέρας, για την εφηβεία, ένα κρεσέντο ουρλιαχτών ανήλικης παραβατικότητας και κακές παρέες, μοτοσυκλέτες, μια σύντομη φοίτηση στο μεταφραστικό τμήμα.

Στην αντίπερα όχθη, του ποταμού, που έσερνε πάμπολλα κουφάρια, κάποτε ήταν βάρκες, μπαταρισμένες ρότες, ιστορίες ανθρώπων και μνημεία ντροπιαστικής ήττας, έβλεπε ένα εκκεντρικό γυναικείο φόρεμα. Ένα εξεζητημένο vamp “συνολάκι” του μεσοπολέμου με φρου-φρού φόδρα, καπέλο με βέλο και μια μακριά, λεπτή γυναικεία πίπα για το τσιγαράκι. Το φαντάζονταν να συνοδεύεται από ζαρτιέρες και καλτσοδέτες. Όπως ήταν η μόδα σε ορισμένες κοινωνικές τάξεις εκείνης της εποχής. Το φουστάνι το ήξερε από μικρός, που βάφονταν με τα κραγιόνια της μητέρας του και περνούσε χρόνο με αυτά μπροστά στον καθρέπτη. Στα φοιτητικά χρόνια συνάντησε παρέες που συνδύαζαν τις πνευματικές ανησυχίες με τον ερωτικό πειραματισμό. Σε αυτό το γόνιμο περιβάλλον εκδηλώθηκε ο παράξενος άμφι-φυλικός ερωτισμός που κατοικούσε σιωπηλά μέσα του.

Πούλησε την μοτοσικλέτα, ξύρισε της δασύτριχες φαβορίτες και κατάφερε να αντιστρέψει την ενεργή ερημοποίηση του τριχωτού της κεφαλής του με ορμόνες που του προσέφεραν παράλληλα και το πολυπόθητο γυναικείο στήθος. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα θύμιζε θηλυπρεπείς ροκ Νάρκισους και αισθηματίες νέο-ρομαντικούς. Δεν μπόρεσε ποτέ να προσαρμοστεί ή να ανεχθεί την πραγματικότητα που η ελληνική κοινωνία επιφυλάσσει για τα μέλη της που επιλέγουν αυτό τον δρόμο. Δοκίμασε την πιάτσα μόνο σαν περιπέτεια και επέστρεψε τελικά στην πραγματική του κατεύθυνση και αγάπη, αυτή της γυναικείας μορφής και υπόστασης. Ερωτεύτηκε την Μίριαμ, το κορίτσι που αποφάσισε να δοκιμάσει μαζί του. Αυτή, επαναστατικό και σπινθηροβόλο πνεύμα, απογοητευμένη απ’ τους άνδρες, επέλεξε τον ερμαφρόδιτο έρωτα του σαν αντίδοτο στον δεσποτισμό που είχε υποστεί υπό την πατρική στέγη.  - Ξέρεις τι είναι μια φαντασίωση; Ρώτησε το κορίτσι. Ο καθρέπτης μας φανερώνει μόνο μια διάσταση και η Μίριαμ μπορούσε να δει ξεκάθαρα την αυτοπαγίδευση του νεαρού Ερμή. 

Τον αγάπησε με τρόπο πέρα του φύλου, των ιδεών και των κοινών τόπων της πλειονότητας των ανθρώπων. Την αγάπησε και αυτός με τον δικό του μπερδεμένο τρόπο και πέταξαν μαζί πάνω από την θάλασσα, χωρίς βέβαια να φέρουν οτιδήποτε χρυσόμαλλο, παρά την νεοαποκτηθείσα πλούσια κόμη του Ερμή, σε ακτές που οι άνθρωποι έχουν μάθει να δέχονται την προσωπική επιλογή ως απαράβατη σεβαστή αρχή.
Η φωνή του πλέον ήταν αισθητά αλλαγμένη και η μεταμόρφωση συνεχιζόταν κλιμακωτά. Η πόζα του, συχνά ναζιάρικη και αισθησιακή, σαν μια ξένη γλώσσα που κάποιος υιοθετεί, έχανε τον βηματισμό της όταν θύμωνε ο Ερμής. Τότε επέστρεφε κάτι από την κριμένη τραχύτητα που υπήρχε σαν καταγεγραμμένη εμπειρία στον ψυχισμό του και συγχυζόταν άσχημα. 
Μονολογούσε δεν θέλω να γίνω καλό παιδί, θέλω να είμαι καλικάντζαρος που ρίχνει κρυφά ακαθαρσίες στην σούπα. Δεν έμοιαζε να έχει σοβαρό πρόβλημα στο να γεφυρώνει φαινομενικά αγεφύρωτες διαδρομές και αντιφάσεις, το ίδιο ισχύει και για την θαρραλέα σύντροφο του, που έφερε και αυτή το βάρος της δικής του επιλογής. Σαν πιονέροι, πήραν ένα δρόμο καινούριο και τα χρόνια επιβεβαιώνουν έκτοτε την επιτυχία του εγχειρήματος.













Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Η υπόσχεση




“Ιστορίες προσώπων υπαρκτών και αλλόκοτων
βάσανα και περιπέτειες του εαυτού”

Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη φορά που επισκέφτηκα το σπίτι του. Ήμουν δεν ήμουν δεκαεννιά χρονών. Ο Γιάννης ζούσε σε ένα σπίτι πλάι στο ποτάμι. Δεν ήταν  κανένα τρανό ποτάμι, ήταν ένα ρεύμα που παλιότερα χρησιμοποιούταν για να την μεταφορά εξαρτημάτων βιομηχανικού εξοπλισμού πάνω σε μεγάλες πλατφόρμες. Το νερό ήταν γκρίζο και μια ζούγκλα από  υδρόφυτα το έπνιγε από άκρη σε άκρη. 

Εκτός του Γιάννη στο διώροφο σπίτι κατοικούσαν δύο συμφοιτητές του, καλλιτέχνες και αυτοί και ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι, σκαστό από το σπίτι ζούσε στους δρόμους μέχρι που την περιμάζεψε ο φιλεύσπλαχνος καλλιτέχνης και πλέον η μικρή τελούσε υπό την προστασία του.

Καθισμένος στην πολυθρόνα του, έδειχνε ακόμα και διπλωμένος το ψηλόλιγνο παράστημα του. Έβαφε τα κοντοκομμένα μαλλιά του στο χρώμα της πλατίνας και ένας χαλκάς διαπερνούσε τον μπροστινό κάτω χόνδρο της μύτης. Δεν έκρυβε με κανένα τρόπο την ομοφυλοφιλία του, ήταν μάλλον ένας περήφανος “gay lord”, σοφός και διορατικός, όπως κάθε εκπρόσωπος του τύπου του, περιστοιχισμένος από την αυλή του.

Πολύς κόσμος μπαινόβγαινε σε αυτό το σπίτι και η ατμόσφαιρα θύμιζε αυτή που συναντάς σε νυχτερινά club. Η γενιά του Γιάννη έζησε στο ρυθμό των πρώτων παράνομων πάρτι, σε εγκαταλειμμένα εργοστάσια και συστάδες δέντρων που κάποτε ήταν πελώρια δάση. Εναντιώθηκε και αυτός όπως πολλοί άλλοι, στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα στην πάταξη του κινήματος των “ελεύθερων ταξιδιωτών” και των κοινωνικών ελευθεριών, μέσα από αυτές τις εμπειρίες είχε διαμορφώσει ένα εναλλακτικό τρόπο αντίληψης.

          Το καλλιτεχνικό του έργο,ήταν περισσότερο μια διαδικασία, παρά κάτι το ολοκληρωμένο. Για εβδομάδες ολόκληρες κατέγραφε, με βίντεο και σκίτσα, την ανάπτυξη και συμπεριφορά μια βδέλλας μέσα σε ένα ενυδρείο. Τα υλικό αυτό θα μετατρέπονταν εν τέλει σε ένα καλλιτεχνικό βίντεο, μια συμβολική αναπαράσταση σε διπλό χρόνο ταχύτητας. Το αντικείμενο του έργου δεν μπόρεσα τότε να το καταλάβω. Είχε κάτι να κάνει με την χρίση του χρόνου στην καλλιτεχνική αναπαράσταση, και τις διευρυμένες δυνατότητες των νέων μέσων.

Θυμάμαι τότε διάβαζα τον σαρκαστικό Irvine Welsh, τον “συγγραφέα της χημικής γενιάς” όπως τον έλεγαν. Ο συγκεκριμένος είχε προσπαθήσει να περιγράψει τύπους σαν τον Γιάννη και την παρέα του, δεν είχε πέσει πολύ έξω. Η ζωή του ήταν γρήγορη και αποσπασματική, σαν το βίντεο με την βδέλλα, παιγμένη θαρρείς στην διπλή ταχύτητα, αισθητικά άρτια αλλά δίχως περιεχόμενο πέραν των αισθήσεων. Αλλά και μέσα σε αυτό τον πρόσκαιρο κόσμο ο “πολύς” Γιάννης επέβαλε έναν ηθικό κώδικα που διαπερνούσε το σύνολο της φαινομενικά ασύνδετης εμπειρίας της ζωής του. Δεν του άρεσαν τα παιχνίδια του μυαλού, ενοχλούνταν από την εντύπωση ότι τον “διάβαζα”. Έχοντας συνηθίσει ο ίδιος να είναι ο παρατηρητής των άλλων δεν ένιωθε άνετα με την αίσθηση ότι μαζί μου γινόταν αυτός το αντικείμενο της παρατήρησης.

Ένας αμερικανάκος καλοτεχνίτης των ερωτεύτηκε σφόδρα. Ξέχασε τον “καλό” του που μόλις πριν δύο βδομάδες τον είχε επισκεφθεί από την Αμερική, και μοιραζόταν για ένα καιρό τον ίδιο καναπέ με τον Γιάννη. Για λίγο πέρναγαν τέλεια στον νεόκοπο έρωτα τους και μετά κλάμα και οδυρμός με τον επακόλουθο χωρισμό, και η ερυσιβώδης όλυρα δεν βοήθησε το παιδί να δεχθεί την κατάσταση χωρίς δράμα.

Στο σπίτι του Γιάννη βρήκα την κιθάρα που έμελλε να με συνοδέψει ως της μέρες μας. Σε μια γωνία παραπεταμένη, ιδιαίτερη και τραυματισμένη στο μανίκι από κάποια παλιά αβλεψία, ένιωσα μια ακαταμάχητη έλξη να την διασώσω από αυτή την μοίρα. Ήταν ένα παλιό σκαρί, με διάφορες μικρο-εκδορές στο λούστρο του σώματος, μια φθηνότερη γιαπωνέζικη απομίμηση μια βρετανικής κιθάρας της δεκαετίας του 1960. Παρόλες τις ατέλειες όμως, αυτή η κιθάρα είχε χαρακτήρα και έκανα τα απαραίτητα για να διαπραγματευτώ την αγορά από τον ιδιοκτήτη της. Ήταν ένας φλεγματικός και αγέλαστος συγκάτοικος του Γιάννη, που δεν φαινόταν αρχικά πρόθυμος να την αποχωριστεί. Η τιμή έκλεισε αλλά είχα μόνο τα μισά χρήματα στην κατοχή μου. Η κιθάρα άλλαξε χέρια, όπως θα άλλαζε κάμποσες φορές έκτοτε, καταλήγοντας πάντα στα δικά μου. Έγινε δική μου, έδωσα τα μισά χρήματα και μια υπόσχεση που δεν τήρησα, τουλάχιστον όχι εμπρόθεσμα.

Μεσολάβησαν διάφορα απρόοπτα και εξανεμίστηκα από την πόλη με το κανάλι και τα διώροφα σπίτια. Οι περιπέτειες του νεαρού εαυτού φαντάζουν αρχετυπικές, ειδομένες από την απόσταση χρόνων ωριμοτέρων, όμως υπάρχει ένα μεταίχμιο που συναντάς κάποια στιγμή και η έξοδος από την παιδική ηλικία μπορεί να σε προσγειώσει ανώμαλα οπουδήποτε.Δεν τήρησα την υπόσχεση μου και η κιθάρα έμεινε κατά το ήμισυ δική μου και η πληρωμή λήφθηκε κατά το ήμισυ από τον συγκάτοικο του Γιάννη. Είμαι σίγουρος ότι επιβεβαίωσα τους φόβους του καλλιτέχνη. Ο εξωτισμός συνοδεύεται από τον κίνδυνο και το είχα επιβεβαιώσει στο πλατινένιο κεφάλι του. Μετά από περίπου ένα χρόνο ξαναπέρασα από εκείνα τα μέρη για να επισκεφτώ μια φίλη. Της έδωσα τα υπόλοιπα χρήματα της πληρωμής να τα παραδώσει για μένα στο σπίτι του Γιάννη. Δεν είχα το κουράγιο να τον αντιμετωπίσω…

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Ο λάθος άνθρωπος


“Ιστορίες προσώπων υπαρκτών και αλλόκοτων
βάσανα και περιπέτειες του εαυτού”

Το είχα ψάξει το θέμα. Έπρεπε να το πάρω απόφαση ότι το νησί δεν πρόσφερε πολλές ευκαιρίες για κοινωνική συναναστροφή. Θα δούλευα με ότι υλικό υπήρχε εκεί. Ποτέ όμως δεν φανταζόμουν τι θα συναντούσα.


Ένας φίλος από την σχολή στην Αθήνα, εν μέσω ενός εθιμοτυπικού τηλεφωνήματος, από αυτά που λαβαίνει κανείς μια φορά στα τρία χρόνια, με ενημέρωσε για την παρουσία ενός κοινού μας γνωστού στο νησί.Εγώ δεν είχα ιδιαίτερες σχέσεις μαζί του και διατηρούσα μια εικόνα ενός συμπαθούς άλλα κάπως μπερδεμένου, μπαρουτοκαπνισμένου τύπου, με έφεση προς τις τέχνες και την ελευθεριακή κουλτούρα. Αποφάσισα να του τηλεφωνήσω,τον βρήκα “μιλημένο” από τον κοινό μας γνωστό, στην άλλη άκρη της γραμμής, να με υποδέχεται με φιλική και φιλόξενη διάθεση. Χάρηκα και εγώ καθώς περνούσα πολλές ώρες μόνος και ονειρευόμουν μουσικά σχήματα και ηχογραφήσεις σε δωμάτια με θέα τα κυπαρίσσια, το μουσικό υλικό που μου προέκυπτε εκείνη την περίοδο.


    Η διαδρομή για το σπίτι του διέσχιζε την βόρεια, παραλιακή πλευρά του νησιού που ήταν κατάφυτη με πεύκα, βελανιδιές και πλατάνια. Σε πολλά σημεία ο δρόμος συναντούσε την ακροθαλασσιά. Κατά τα είκοσι περίπου λεπτά που διήρκεσε η διαδρομή μου τηλεφώνησε δύο φορές. Ήταν αγχωμένος γιατί με περίμενε στην μητέρα του, που ζούσε σε ένα σπίτι επί του κεντρικού δρόμου. Θα ήταν δύσκολο διαφορετικά να βρω το σπίτι του. Ο οικισμός ήταν χτισμένος σε τρία επίπεδα, παράλληλα με την προκυμαία και δεκάδες σοκάκια επικοινωνούσαν με τους κεντρικούς δρόμους δημιουργώντας ένα μικρό παραλιακό λαβύρινθο για τους ξένους. Κατάφερα να βρω ένα τηλεφωνικό θάλαμο στην πλατεία του χωριού και μπορέσαμε να συνεννοηθούμε τελικά.


    Ζούσε σε ένα μικρό ισόγειο διαμέρισμα που είχε μετατρέψει σε χώρο μουσικής παραγωγής και ηχογράφησης. Αρχικά εντυπωσιάστηκα από την αφοσίωση του στην τέχνη του, καθώς διέθετε ορισμένα χρήσιμα και ποιοτικά μηχανήματα, αγορασμένα με μεράκι και σίγουρα είχε “ρίξει χρήμα” στην τρέλα του. Τρελό ήταν να σκέφτεται κάποιος να αξιοποιήσει επαγγελματικά αυτό τον εξειδικευμένο εξοπλισμό στο νησί. Το νησί τα ¨μάσαγε¨ κάτι τέτοια φιλόδοξα εγχειρήματα και μετά “έφτιανε και τα κουκούτσια”. Κανείς δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα την δουλειά του ηχολήπτη, συνυφασμένη καθώς ήταν με την νυχτερινή διασκέδαση και τα πανηγύρια.Το ρόλο του μηχανικού ηχογραφήσεων δεν τον γνώριζαν καν οι εγχώριοι μουσικοί. Οπότε σκέφτηκα ότι μάλλον το άτομο είχε πέσει θύμα της προπαγάνδας που είχαμε υποστεί στην σχολή, σε σχέση με τα πανάκριβα μηχανήματα των επαγγελματικών εργαστηρίων ηχογράφησης. 


Του προσέφερα μια από τις μπίρες που είχα φέρει και παραπονέθηκε ότι τον έβαζα σε δύσκολη θέση γιατί είχε λέει κόψει το ποτό. Παρόλα αυτά αποφάσισε να πιει την μπίρα και προσέφερε και σε μένα ένα φλιτζάνι, μην έχοντας κάποιο καθαρό ποτήρι στο σπίτι του. Έδειχνε ενθουσιασμένος που συνάντησε έναν άνθρωπο με κοινές γνώσεις και ενδιαφέροντα και προσφέρθηκε μάλιστα να με βοηθήσει να επισκευάσω τον υπολογιστή μου που είχε εμφανίσει πρόβλημα. Έπινε και άλλες μπίρες και κάποια στιγμή μέθυσε. 

    Έγινε απόλυτος και επιθετικός στην συζήτηση. Προσφέρθηκα να παίξουμε μουσική, δεν μπορούσαμε να συγχρονιστούμε. Παρότι δήλωνε δεινός μελετητής της κιθάρας, δυσκολευόταν εμφανώς να συμμαζέψει τα δάχτυλα του πάνω στην ταστιέρα. Άρχισε να γίνεται πικρόχολος μιλώντας για την διαταραγμένη σχέση με τον πατέρα του και την “πρώην” που τον είχε εγκαταλείψει πριν από ένα χρόνο και ζούσε ακόμα στο νησί. Μισούσε το γεγονός ότι ο κοινωνικός περίγυρος του ζευγαριού του είχε γυρίσει την πλάτη. Από την άλλη ο ελιτισμός και η μεγάλη ιδέα που διατηρούσε για τον εαυτό του δεν του επέτρεπε να ξεπέσει στο μεροκάματο, και ζούσε από τα χρήματα της μητέρας του. 

Βαρέθηκα στο τέλος να τον ακούω, είχε γίνει ενοχλητικός. Αποφάσισα να φύγω, τον χαιρέτησα και αυτός μου ζήτησε χρήματα για να πάει να συνεχίσει να πίνει.
Δεν ξανά-συναντηθήκαμε…

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

Το πλοκάμι της κόλασης



 
“Ιστορίες προσώπων υπαρκτών και αλλόκοτων
βάσανα και περιπέτειες του εαυτού”


Ήταν ανδραγάθημα σε αυτό τον κόσμο, αλλού να πατάς και αλλού να βρίσκεσαι.
Μια αντεστραμμένη αντίληψη της πραγματικότητας. Αποκλίνοντας από τον κοινό νου, οι μετέχοντες διασκέδαζαν με τα αποτελέσματα της τοξίνωσης και η επακόλουθη ανικανότητα επικοινωνίας και λειτουργίας θεωρούταν κατόρθωμα που κάποιος όφειλε να εξιστορήσει στους οικείους του.

Το βέβαιο είναι ότι η πρακτική δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τα απαραίτητα περιβάλλοντα που στεγαζόταν. Μπαρ, χώροι πώλησης αλκοολούχων ποτών, πάρτι και φεστιβάλ χορευτικής μουσικής, όπου παρέχονταν και ο επιθυμητός ψυχεδελικός φωτισμός, ταβέρνες και τσιπουράδικα, παραλίες και καβάντζες. Πάντα και ο άλλος κόσμος, σε ανάλογη κατάσταση.

Ο Νέστωρ ήταν ιδιόμορφος άνθρωπος, ήμι-αγγελικός  και μεσσιανικός, με σχιζο-συναισθιματικό χαρακτήρα. Επιρρεπής στις ηδονές των αισθήσεων και ταυτόχρονα συντηρητικός. Ήταν μοναχοπαίδι με μειωμένη κοινωνική ικανότητα, ιδίως στον τομέα των σχέσεων αμοιβαιότητας. Ταυτόχρονα και αντιφατικά, ο Νέστωρ ήταν καλόψυχος, ευαίσθητος και τρυφερός. Ποιητής και εραστής ο Νέστωρ κατά τα λεγόμενα των δεσποινίδων. Βασικά ήταν ροκ και διατηρούσε αυτή την εικόνα για τον εαυτό του μέχρι την ώριμη πλέον ηλικία των πενήντα.

Ροκ εστί νεανική υποκουλτούρα που έχει στο επίκεντρο της την θεοποίηση της έντονης εμπειρίας.
Ζήσε γρήγορα πέθανε νέος, κάνε όλα αυτά τα πράγματα που θεωρούνται Ροκ: Χαλαρή και ασαφής επίκληση της ελευθερίας, διευρυμένη ερωτική δραστηριότητα, κατάλυση ηθικών φραγμών και αδιαφορία απέναντι σε γενικότερα ζητήματα υγιεινής. Οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, με συνεπιβάτη, μοτοσικλέτες μεγάλου κυβισμού, ερωτοτροπώντας με τον κίνδυνο σε οίστρο και με πρόσκαιρη αίσθηση αθανασίας. Σε γενικές  γραμμές, το ροκ και ο φιλοσοφικός και ποιητικός Ρομαντισμός έχουν κοινές αφετηρίες και αναφορές.

Ο ροκ ρομαντικός Νέστωρ λοιπόν ήταν "φωτιά" στα νιάτα του. Ροκ μπάντες, ροκ βραδιές, ροκ ερωτική ζωή, και παράλληλα κατάφερε να τελειώσει την ακαδημία και να διοριστεί με την επετηρίδα σαν δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Την δουλειά του στο δημοτικό σχολείο δεν είμαι σε θέση να την κρίνω, η επαφή μου με τις ικανότητες του σχετιζόταν αποκλειστικά με την πρακτική διδασκαλία της ροκ μουσικής. Σε αυτό ήταν καλός δάσκαλος και με τρόπο υποδειγματικό, αποτελούσε φωτεινό παράδειγμα.

Λάτρευε τις υψηλές εντάσεις και τον ήχο της ηλεκτρικής παραμόρφωσης. Παρότι δεν διέθετε σοβαρές τεχνικές και θεωρητικές γνώσεις μουσικής, διακατεχόταν από παροιμιώδη ενθουσιασμό και σε συνέπαιρνε σαν έπαιζε το ηλεκτρικό μπάσο στην ορχήστρα. Ο Νέστωρ έπαιζε σόλο στο μπάσο σαν κιθαρίστας και δεν ήταν λίγες οι φορές που τον αποπήραν για αυτή την συνήθεια άλλοι πιο κλασικοί παίχτες. Ο Νέστωρ ήταν όμως αντισυμβατικός σε πολλά πράγματα. Αφαιρούσε πάντα τα κορδόνια από τις στρατιωτικές αρβύλες που φορούσε και πρόσθετε φερμουάρ. Για να τις βγάζει πιο εύκολα "όταν είναι λιώμα" όπως έλεγε.

Με τον καιρό όμως βάρυνε και έχασε το λούστρο της νεανικής τρέλας. Του έμεινε το σαράκι ότι δεν μπόρεσε ποτέ να συγκεράσει τον αυθορμητισμό και την αυστηρότητα του χαρακτήρα του και αναλώθηκε στην αυτό-λύπηση. Δεν κατάφερνε να ισιώσει τον ρυθμό με την παραδοξότητα και στο τέλος βρέθηκε να κρατά στα χέρια του ένα δίλημμα σαν καυτή πατάτα. Η βασική αντίφαση της ροκ και του ρομαντισμού είναι αυτή του θανάτου και της δημιουργίας. Δυο στοιχεία που συνυπάρχουν αγνοώντας το ένα την ύπαρξη του άλλου, έως ότου έρχεται η στιγμή της σύγκρουσης τους.

Το στάδιο της φθοράς είναι το σημείο που αγνοούσε ο παίχτης και δεν του άρεσε καθόλου το κουβάρι που είχε να λύσει. Ανάμεσα στην δημιουργικότητα και τον θάνατο υπάρχει η απόσταση της ζωής, και ο εγκλωβισμός του εαυτού σε στενά όρια οδηγεί συχνά σε γόρδιους δεσμούς, Θερμοπύλες και θεμελιώδη διλήμματα. Το χάσμα εντός του εαυτού ανοίγει και από μέσα ανέρχεται το πλοκάμι της κόλασης.