Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

Ο μονόλογος

Ιστορίες Προσώπων Υπαρκτών και Αλλόκοτων - Βάσανα και Περιπέτειες του Εαυτού

Στην κεφαλή του τραπεζιού θρονιάστηκε με πρόθεση δοξαστική, αμελώντας πλήρως την χωροθέτηση της ευγένειας. Αυτό που αποζητούσε κατά βάθος ήταν μια προνομιακή θέση, ένα σημείο υπεροχής έναντι των υπολοίπων της ομήγυρης που θα επιβεβαίωνε στον ίδιο και τους άλλους την σημαντικότητα του. Πίστευε κατά βάθος και κατά πλάτος πως ήταν γεννημένος ρήτορας και πως ο σκοπός της ζωής του ήταν να φωτίσει με τις γνώσεις και την απαράμιλλη ευφράδεια του το σκοτάδι εντός του οποίου, κατά την γνώμη του, διαβιούσε το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου είδους.
Αγνοώντας λοιπόν επιδεικτικά τις διαθέσεις του ακροατηρίου, τα μέλη του οποίου είχαν αρχίσει χαμηλόφωνα να συζητούν μεταξύ τους και να ανταλλάσσουν τα νέα τους, ύψωσε την στεντόρεια φωνή του πάνω από τον ήχο των συζητήσεων και ξεκίνησε τον περισπούδαστο μονόλογο.

Ρητόρευε περί ανέμων και υδάτων, όλα τα αντικείμενα προσποιούταν πως τα κατείχε, το τελευταίο μοντέλο της Ιαπωνικής αυτοκινητοποιήας αναλύθηκε διεξοδικά μην παραλείποντας να τονίσει τις ιδιαίτερες κατασκευαστικές λεπτομέρειες που το έκαναν να διαφέρει από τα ανάλογα μοντέλα των ευρωπαϊκών εταιριών. Στην συνέχεια καταπιάστηκε με πάθος να μιλάει για το αγαπημένο του θέμα, την εγχώρια πολιτική πραγματικότητα. Παρά το γεγονός ο, τι οι περισσότεροι συνδαιτυμόνες του ήταν της άποψης πως η εγχώρια πολιτική ήταν απλά ένα θέατρο σκιών δίχως ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αυτός ανέλαβε θαρρείς εργολαβία την επικαιρότητα μην αφήνοντας τίποτα ασχολίαστο.
Τίποτα δεν του ξέφυγε, από τις τελευταίες "δαιμόνιες" πολιτικές μανούβρες του πρωθυπουργού, έως τα πιο "τελειωμένα" παραλειπόμενα των κοινωνικών δικτύων, όλα παρέλασαν βασανιστικά από το αντηχείο του στόματος του ως τα αυτιά του αποσβολωμένου ακροατηρίου του.

Το κρασί έρεε άφθονο στο ποτήρι του, καθόλη την διάρκεια του εμφατικού του λογύδριου και σταδιακά το αλκοόλ άρχισε να τρέχει και στις φλέβες του, γεγονός που έκανε τον μονόλογο του ακόμα πιο παθιασμένο και ανυπόφορο. Η ευαισθησία του για το όποιο ενδιαφέρον του ακροατηρίου αμβλύνθηκε ακόμα περισσότερο και άρχισε να "σκαρφαλώνει τις πλαγιές" ενός εκρηκτικού κρεσέντου λογοδιάρροιας και αλκοολικού αυτισμού, που είχε πλέον αρχίσει να διανθίζεται από συγκαλυμμένες προσβολές προς τα μέλη του ακροατηρίου. Τα χοντροκομμένα του σχόλια είχαν σαν αιχμή του δόρατος πρωτίστως την υπομονετική του σύντροφο, που καθισμένη δίπλα του προσπαθούσε μάταια να τον επαναφέρει στην πραγματικότητα της κοσμιότητας, Παρότι του πατούσε με νόημα το πόδι κρυφά κάτω από το τραπέζι αυτός δεν καταλάβαινε τίποτα και συνέχιζε αδιάσπαστος το έργο της ασυναρτησίας.

Οι τρεις τέσσερις φίλοι που αποτελούσαν το δύσμοιρο ακροατήριο, όσους δεν τους είχε πάρει ο ύπνος με τα μάτια ανοιχτά, έχωναν τα μούτρα μέσα στα πιάτα τους και προσποιούνταν σιωπηλοί και κατσουφιασμένοι πως παρακολουθούσαν τον μονόλογο. Σιγά σιγά, ένας ένας άρχισαν να προφασίζονται δικαιολογίες για να αποχωρίσουν. Ο τελευταίος εναπομείνας βάλθηκε να πνίξει την πλήξη του στο κρασί αλλά αυτό δεν σταμάτησε τον ρήτορα της κεφαλής του τραπεζιού από το να εξιστορεί όλο και πιο πικάντικες ιστορίες. Σε αυτή την φάση σειρά είχαν οι ερωτικές του περιπέτειες και κατακτήσεις, γεγονός που έκανε την σύντροφο του να νιώσει σαν μούμια και να αποκάμει από τις προσπάθειες να τον συνεφέρει, το παιχνίδι είχε πλέον χαθεί, όπως ένιωθε και αφέθηκε και αυτή στην καρτερική κατατονία της. Άλλωστε σε αυτό το στάδιο το αλκοόλ είχε κάνει καλά την δουλειά του και ο ρήτορας εμφανώς μεθυσμένος μπέρδευε τις συλλαβές των λέξεων που όμως δεν σταματούσαν να ξεχύνονται σαν χείμαρρος από το στραβό του στόμα.

Όταν και ο τελευταίος της παρέας λάκισε και ήρθε η ώρα να πληρωθεί ο λογαριασμός, ο ρήτορας έκανε σκηνή, γκρινιάζοντας επιδεικτικά για τις ακριβές, κατά την γνώμη του, τιμές του καταστήματος και φυσικά αφού έκανε τελικά την καρδιά του πέτρα και πλήρωσε τον λογαριασμό δεν άφησε απολύτως τίποτα ως πουρμπουάρ, για τα κατά γενική ομολογία, φιλότιμα γκαρσόνια. Στο σπίτι επακολούθησε ο αναμενόμενος τρικούβερτος καυγάς με την σύντροφο του, που κράτησε μέχρι και τις πρώτες πρωινές ώρες. Με τις πρώτες ηλιαχτίδες, οι γείτονες είχαν την ευκαιρία να τον ακούσουν ξανά να μονολογεί, μόνος αυτή την φορά με μοναδικό ακροατήριο τους τοίχους του διαμερίσματος του.

 "Μερικοί άνθρωποι δεν το βουλώνουν ποτέ" σχολίασε ο ξαγρυπνισμένος κυρ Κώστας που έμενε στο διπλανό διαμέρισμα. "Σπαταλάνε τον χρόνο τους στο να φλυαρούν ακατάπαυστα και μιλάνε πολλύ χωρίς να λένε τίποτα" πρόσθεσε η γυναίκα του, που και αυτή είχε χάσει τον ύπνο της το προηγούμενο βράδυ. Ο Παπάς της ενορίας που είχε περάσει για τον αγιασμό των φώτων δεν κρατήθηκε και έδωσε την δική του θεολογική ερμηνεία στο φαινόμενο: "Σίγουρα κάποιο από τα εννέα επίπεδα της κόλασης είναι φτιαγμένο για τέτοιου είδους ανθρώπους, αυτό όμως που δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά είναι αν και κατά πόσο ο άρχοντας των καζανιών της κόλασης θα μπορούσε να αντέξει αυτή την φλυαρία για πολύ καιρό".



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου