Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

Ο ερχομός του ανθρώπου


Το πάθος των ανθών*
σκελετωμένων ημερών το αντιστάθμισμα,
στο βάθος των νερών
αλλοπαρμένων νυχτών
το θέλημα γεννιέται.


(Στην αντανάκλαση του φωτεινού εαυτού)
του γέλωτα η ώρα ανατέλλει
κανείς όμως δεν το ξέρει
πως σε κουβάρι δένεται ο καιρός.

Μαζί μέσα στην σιγαλιά
εγώ, εσύ, ο άγνωστος δεσμώτης
του χρόνου σιωπηλός στρατιώτης
με σπασμένα ρολόγια να αργοπορούμε

μοιράσαμε εκ νέου των ελαιώνα
κι ύστερα πάλι τα πουλιά αποχαιρετίσαμε
τον τελευταίο εναγκαλισμό δεν φοβηθήκαμε
(εγώ, εσύ και αυτός), πόνο των δέντρων αψηφήσαμε.

Σε κέρδισα, με ξέχασες, αντιλαλούν τα πέρα μέρη
και κοντοστέκεται των ανάξιων η αγέλη,
χωρίς τον καλό σκοπό να ορίζει τις αισθήσεις.
Μόνο με ψευδαισθήσεις τρεφόμαστε εφεξής.

Σαν προσηνής μας γίνεται η φοβέρα
μεσ' των ματιών μας την κόγχη,
λουφάζουν τα αισθήματα στη λόχμη
τεντώνεται η άγια μέρα σαν παιδί.

Σαν το αγκάθι στην πληγή
πάλλεται υποσχόμενος ο αέρας
πως της Αμάλθειας το κέρας
αφθονία θα φέρει στην γιορτή.

Μα η ώρα αυτή αργοπορεί,
με τον πρώτο ψεύτη παρέα ξαποσταίνει,
αρχαίοι εραστές σαν χωρίστηκαν
τα τείχη της Ιεριχούς εκ νέου ορθώθηκαν.

(Εγώ, εσύ και Αυτός) σάρκα παίρνουν οι λέξεις
και πως να το αντέξεις;
την κατωφέρεια την μεγάλη πως να παραβλέψεις;
Σε βαλτοτόπια κείτονται θνησιγενείς..

Μα ακόμα μέσα μας δονούνται
σαν αριθμητική παλιά και ξεχασμένη
είναι η φύση μας πλασμένη
από αριθμούς και συλλαβές...

και αν το θες μαζί θα πορευθούμε
του Ιακώβ την σκάλα να ανεβούμε
(Εγώ, εσύ κι Αυτός) μοιραία κωλυσιεργούμε
κρυβόμαστε σε μια αχνιστή φρατζόλα ψωμί,

και είναι έως την αυγή
που το όνειρο μας διαφεντεύει,
στου ξύπνιου την ώρα η νεφέλη
σαλαγάει τις ανήσυχες καρδιές

Μέσα στις καρυδιές φωλιάζουν σαν κοράκια
και του Μορφέα τα γλυκά μαντάτα
άμμος στα χέρια γίνονται
και πως να τα αγγίξεις;
πως τον ερχομό του ανθρώπου να αφουγκραστείς;


1 σχόλιο:

  1. Αγγίζοντας τα όρια του σολιψισμου αλλά διατηρώντας την επίγνωση της αντικειμενικής πραγματικότητας ο Γ.Α. μας μυεί σε μια ακραία υποκειμενικότητα

    ΑπάντησηΔιαγραφή