σκέψεις βαριές
και ασήκωτες στου πρωινού το πέρας
ποιος να το
δρέψει το φως της μέρας
τα νομίσματα
σκούριασαν, δες κόπασε ο αέρας
να αναπολώ
αφέθηκα όσα έχω ξεχάσει
με στεναχώριας
φίδι στην ματιά
με νύχτας ρούχο
και περπατησιά τυφλού αλόγου
μπήγω μονάχος
το εγχειρίδιο στην καρδιά
στον τόπο του
εγκλήματος μόνος επιστρέφεις
σαν η μνήμη
στομώσει από μοίρα κακιά
τα δάκρυα γίνονται
πλημμύρα
και οι προθέσεις
κολυμπήθρα του Σιλωάμ
σκυφτή η οπτασία
του μέλλοντος
ασυντρόφευτη
και κακοτράχαλη η πορεία
και είναι μόνο
η φαντασία
που να γλυκάνει
το φαρμάκι επιχειρεί
λέξη με μια
συλλαβή
το ύστερο σινιάλο
η πόλη μας εάλω
πριν φίλοι γίνουν
οι εχθροί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου