Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

“Έργο ζωής”: Ιστορίες Προσώπων Υπαρκτών και Αλλόκοτων – Βάσανα και Περιπέτειες του Εαυτού


Τα αηδόνια της άνοιξης έρχονται κάθε χρόνο στο νησί. Το κάλεσμα τους όμως, σε μια εποχή αναγέννησης και δημιουργίας δεν είναι πάντα αντιληπτό από όλους τους τοπικούς ήρωες.

 Η άνοιξη βρήκε τον “Μαέστρο” μπροστά σε μια οθόνη 13 ιντσών να “βγάζει τα μάτια του” για να καταλάβει τι είχε απογίνει ο κόπος δύο χειμώνων και οι προσδοκίες τριάντα και πλέον χρόνων. Σκιμένος καθώς ήταν στο ημίφως, πάνω από τον μικρό φορητό υπολογιστή, θύμιζε κάποιο ηλεκτρονικό κένταυρο που μελετούσε τα σπλάχνα του θυσιάσματος.

 Ήταν ψηλός και νευρώδης με λεπτά χαρακτηριστικά. Στα νιάτα του ήταν μάλλον εντυπωσιακός άνδρας, αλλά τώρα τα χρόνια είχαν θαμπώσει την αλλοτινή λάμψη του. Η στίλβη της σιγουριάς που έρχεται με τα χρόνια απουσίαζε από την μανιέρα του και κατά βάθος, όπως αναγνώριζε και ο ίδιος, ποτέ δεν είχε αλήθεια διαρρήξει το κέλυφος των εφηβικών πεποιθήσεων και ανασφαλειών του.

Εργαζόταν από εδώ και από εκεί άλλα βασική του ειδίκευση ήταν η κατεργασία του αλουμινίου. Αυτός βέβαια, θεωρούσε τον εαυτό του συνθέτη, όντας ελάσσων, ερασιτέχνης μουσικός παράγωγος. Δεν είχε σπουδάσει ποτέ μουσική επίσημα, αλλά συχνά μνημόνευε την συγγενική σχέση που είχε με τον αρχιμουσικό μιας τοπικής ορχήστρας του νησιού, θαρρείς και η μουσική ικανότητα να ήταν κάτι που τρέχει στο αίμα.

Δεν είχε πάντως περγαμηνές και δεν είχε καταβάλει ποτέ μεγάλη προσπάθεια να καλλιεργήσει το δεδομένο ταλέντο του. Σίγουρα κουβαλούσε ένα βαθμό παράνοιας καθώς στα νιάτα του είχε πειραματιστεί αρκετά και πέραν της “ζώνης ασφαλείας,” με την χημεία του εγκεφάλου του.

Ίσως για αυτό τον λόγο, ή εξαιτίας αυτού, όλοι οι ήρωες του, με εξαίρεση ίσως τον Fella και τον Frank, δεν απείχαν πολύ από τον ίδιο και τις δυνατότητές του. “Με το πέρασμα των αιώνων” είχε γίνει μάστορας της ανακύκλωσης του εαυτού του. Αναπαρήγαγε με αστείρευτη έμπνευση τα βασικά θέματα της τέχνης και τα σχήματα που τον συνέθεταν σαν λογισμό, σε άπειρες εκδοχές, μοτίβα και παραλλαγές με ένα τρόπο καταιγιστικό.

Και στην τέχνη και στην ζωή ο Μαέστρος ήταν υπερβολικός σαν δεινόσαυρος. Παθιασμένος και παράφορος με τον φόβο του θανάτου και την δίψα της αναγνώρισης, πέρασε μέσα από τα χρόνια σα φλεγόμενος κομήτης. Μια ζωή στο κατώφλι της αποκάλυψης, που όμως δεν ήρθε ποτέ σε κανένα επίπεδο. Η αριστοκρατικότητα του και τα δεκάδες ασυμβίβαστα συμπλέγματα που κουβαλούσε δεν επέτρεψαν σε αυτό το “τρελό διαμάντι” να λάμψει.

Με τα χρόνια ο λογισμός του συστρεφόταν όλο και πιο ανήσυχος. “Είχε το σκουλήκι” όπως λένε στο νησί. Δεν έβρισκε πουθενά γαλήνη όσο και αν προσπαθούσε και αυτό τον έκανε ευερέθιστο. Σταδιακά απομονώθηκε από φίλους και γνωστούς λόγω της ασυμμάζευτης εριστικότητας του και βάλθηκε μόνος του, πιστός στις πιο ρομαντικές φαντασιώσεις και αυταπάτες του να συνθέτει το έργο της ζωής του, όπως πίστευε.

Με δανεικά μέσα παραγωγής, τις λίγες οικονομίες του και την βοήθεια φίλων του μουσικών βάλθηκε να δημιουργήσει το “μέγα έργο”. Την παρακαταθήκη του στις επόμενες γενεές, το αποτύπωμα του στη σκόνη της αιωνιότητας. Όλα αυτά μαζί συμπιεσμένα σε 13 τραγούδια αγγλόφωνου εναλλακτικού ροκ με τάσεις προς το progressive rock, που ευδοκίμησε στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970.

Ο Μαέστρος κίνησε Ουρανό και Γη σε μια ύστατη προσπάθεια να κατευνάσει τα πιο επιτακτικά απωθημένα, να πραγματώσει τα πιο άγρια όνειρα μιας αθεράπευτης εφηβείας. Επιστράτευσε παλιές  γνωριμίες, ταξίδεψε στην Αθήνα για ηχογραφήσεις, έκανε επαφές με δισκογραφικές εταιρείες, έστειλε ηλεκτρονικά μηνύματα σε παραγωγούς στο εξωτερικό, έμαθε κατ΄ ανάγκη να χειρίζεται εφαρμογές και προγράμματα για μουσικούς παραγωγούς, διαβάζοντας παράλληλα εγχειρίδια ηχοληψίας και μίξης ήχου. Τα έκανε όλα και μάλιστα ολομόναχος, καθώς δεν είχε πλέον εμπιστοσύνη στους γύρω του, αλλά και οι φίλοι του, με εξαίρεση ίσως κάνα δύο από αυτούς δεν ασχολήθηκαν με την προσπάθεια του Μαέστρου.

 Οι λίγοι όμως, σαν μαίες, παραστεκόταν “στο προσκεφάλι” του στην καμαρούλα που ήταν καταλυμένη από βινύλια και μουσικά όργανα. Παρακολουθούσαν από κοντά την διαδικασία στα δύο χρόνια που χρειάστηκε για να “ξεγεννήσει” ο Μαέστρος και ήταν πάντα πρόθυμοι να τον συμβουλέψουν παρέχοντας ένα “δεύτερο αυτί”.

Αυτοί λοιπόν οι θαυμαστές, οι καλλιτεχνικοί συνοδοιπόροι, πληροφορήθηκαν με μεγάλη λύπη ένα πρωί στα τέλη του Απρίλη ότι το έργο ζωής είχε χαθεί, μαζί με τον δίσκο που ήταν αποθηκευμένο ως συνέπεια μιας ξαφνικής διακοπής ρεύματος στην παλιά πόλη.

Ο δίσκος αποθήκευσης είχε “τσουρουφλιστεί” από την απότομη διαφοροποίηση της τάσης, όταν το κύκλωμα επανασυνδέθηκε, παγιδεύοντας την μουσική για πάντα στον εσωτερικό τομέα του.

Οι ήχοι και οι μελωδίες των τραγουδιών είχαν μετατραπεί σε ένα ψηφιακό πολτό από ασύνταχτες ς προτάσεις δυαδικών ψηφίων, δίχως ειρμό και νόημα.

Ο Μαέστρος ένιωθε σαν στην άλλη πλευρά της πρίζας, όλοι οι δαίμονες του να είχαν βάλει τα κέρατα τους και να διοχέτευαν την σιχαμερή τους ενέργεια μέσα από το καλώδιο σύνδεσης στον μετασχηματιστή, που τροφοδοτούσε τον δίσκο αποθήκευσης ψηφιακών δεδομένων.

“Με πρόλαβαν ακόμα και όταν στάθηκα ενάρετος” σκέφτηκε...

Ήταν αυτός ο λόγος που η Άνοιξη βρήκε το Μαέστρο αποθαρρυμένο και στείρο, καθώς το μόνο συναίσθημα που του είχε απομείνει ήταν ένα μουδιασμένο πένθος για όλα αυτά που χάθηκαν λόγο της διαφοράς δυναμικού, της αφροσύνης και των μυρίων κακών της μοίρας του.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου