Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Η επόμενη μέρα

του Γιώργου Ανδριώτη
- Ανεργος κοινωνικός ανθρωπολόγος και blogger στην “Επικράτεια του Μηδενός”-

Ύστερα από παρατεταμένη αμηχανία, αποτέλεσμα φυσικής δυσπιστίας απέναντι στην Ελληνική αντίληψη περί πολιτικής και ενδεχομένως απέναντι στο ενδεχόμενο μιας νέας αριστερής κυβερνητικής προοπτικής, κάποια σχήματα αρχίζουν να ξεπροβάλλουν και να δίνουν μορφή στα αιτία της δυσπιστίας. 

 Οι Έλληνες έχουν την τάση να φλυαρούν πολιτικολογώντας και να ασχολούνται με τα κοινά με έναν τρόπο που αποφεύγει να αντικρίσει την μεγαλύτερη εικόνα. Αυτή η εικόνα αφορά στην οικονομική πολιτική που ακολουθεί η χώρα μας, που όπως έχουν τα πράγματα δεν δύναται να αλλάξει αν δεν αλλάξουν οι πολιτικοί άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται το σύστημα διακυβέρνησης. Εν όψει της προοπτικής μιας ευρωπαϊκής πολιτικής σύγκλισης, ο εθνικισμός προκύπτει ως ένα αντιδραστικό ανακλαστικό σε πολλές κοινωνίες εντός του Ευρωπαϊκού κατασκευάσματος, και αυτό επειδή οι διαδικασίες σύγκλησης φαίνεται να πραγματοποιούνται ερήμην της γνώμης και της βούλησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών.  Ο εθνικιστικός λόγος έχει υιοθετηθεί  από τα συντηρητικά πολιτικά κόμματα σαν προπέτασμα καπνού που υποκρύπτει νεοφιλελεύθερες λογικές και ένα κεφαλαιοκρατικό κοσμοπολιτισμό που επιτρέπει στις ηγετικές μορφές αυτών των κομμάτων να  αδιαφορούν για τη μοίρα της πολιτικής τους σταδιοδρομίας εντός των συνόρων καθώς ως γνωστόν το κεφάλαιο δεν έχει σύνορα, ενώ ταυτόχρονα, είναι αυτά τα κόμματα που μέσο της πολιτικής τους εκποιούν σημαντικό μεγάλο μέρος της εθνικής ανεξαρτησίας. Η αλλαγή πλεύσης λοιπόν δεν απαιτεί απλά μια διαφορετική διαχείριση της κατάστασης, ούτε νέο και άφθαρτο πολιτικό προσωπικό, άλλα ένα πολιτικό σχήμα που θα επαναπροσδιορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα οδηγήσει την χώρα σε μια διαφορετική μοίρα είτε εντός είτε έκτος της Ε.Ε. 

Αν λοιπόν το εκλογικό σώμα κόπτεται για το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, του ελέγχου των τραπεζών και της ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, πρέπει να αντιληφθεί ότι αυτά απαιτούν ριζικές αλλαγές, την ενεργή πολιτική και οικονομική στήριξη της κοινωνίας  προς την οποιαδήποτε κυβέρνηση θα αποπειραθεί κάτι τέτοιο. Αυτό που ονομάζεται εθνική ανασυγκρότηση, κάτι ανάλογο με την ανοικοδόμηση σε μια χώρα μετά από πόλεμο, ζητά την συνεισφορά ολόκληρης της κοινωνίας και την επίτευξη ενός κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα στις διαφορετικές οικονομικές και κοινωνικές τάξεις προκειμένου αυτή η προσπάθεια να είναι βιώσιμη. Κάτι ανάλογο συνέβηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το μεγάλο οικονομικό “κραχ”, με πρωτοβουλία του προέδρου Ρούσβελτ, με την “νέα συμφωνία” ανάμεσα στους μαστιζόμενους απο την οικονομική κρίση εργαζόμενους και την εργοδοσία. Η μέχρι στιγμής ακολουθούμενη συνταγή εξόδου από την κρίση δεν εμφανίζει μια τέτοια προοπτική σε κανένα σημείο της. Το αντίθετο μάλιστα, δείχνει να θεωρεί το μεγάλο κεφάλαιο ως τον μόνο παίχτη της οικονομίας και την κοινωνία σαν “κοπάδι για άρμεγμα”. Στην παρούσα συγκυρία λοιπόν η συμφωνία δεν συντάχθηκε ανάμεσα στην κοινωνία και τους κυβερνήτες της, αλλά ανάμεσα στους κυβερνήτες και τις τράπεζες, και ως εκ τούτου η συναίνεση είναι μικρή και οι αλλαγές που επιχειρούνται στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά από την μεγάλη εργοδοσία.

Εναλλακτική προοπτική μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από τις δυνάμεις της αριστεράς και αυτό για ποικίλους λόγους. Το διαχρονικό ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς, στην Ελλάδα απορρέει από το γεγονός ότι η αριστερά ηττήθηκε,εξορίστηκε και καταδιώχθηκε, από κοινωνικούς και πολιτικούς αντιπάλους που, στον κοινό νου, εμφανίζονται ως βασικοί υπαίτιοι για την σημερινή κατάσταση της χώρας.  Βέβαια, στις χώρες που η αριστερά κυβέρνησε, υπέπεσε και αυτή σε αρκετές περιπτώσεις στις παγίδες και τα διλήμματα του αμείλικτου κόσμου της κυβερνητικής και την αμετροέπεια της εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά στα ακροδεξιά παραληρήματα που κατακλύζουν τα μ.μ.ε τις μέρες μας, αναφέρεται ότι η αριστερά φέρει μερίδιο της ευθύνης για την κρίση, λόγω του ότι το ηθικό της εκτόπισμα δημιούργησε στην χώρα μια σοσιαλιστική κουλτούρα και ένα συνδικαλιστικό κίνημα που λειτούργησε ως τροχοπέδη στις δυνάμεις του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού. Στην λογική αυτών των δυνάμεων, δεν φταίει η ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία του διεθνούς και εγχώριου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου για την τωρινή κατάσταση, αλλά ο συνδικαλισμός που εμπόδισε αυτές τις δυνάμεις να δράσουν ανεξέλεγκτα.

Υπάρχει παραδοσιακά όμως μια συστολή ανάμεσα στα μέλη των αριστερών παρατάξεων σχετικά με την διαχείριση της εξουσίας, καθώς για αιώνες ο αριστερός λόγος προπαγανδίζει την κατάλυση της. Ως εκ τούτου η αριστερά στην κυβέρνηση έχει πρωτίστως να αντιμετωπίσει αυτή την βασική αντίφαση. Παραδοσιακά πολιτικά σχήματα αυτού του χώρου μοιάζουν να έχουν αντιληφθεί από καιρό αυτή την ιδιαιτερότητα, που σχετίζεται με ένα είδος ηθικής κουλτούρας που αντιμετωπίζει καχύποπτα την εξουσία, και για τον λόγο αυτό οι συγκλήσεις στην αριστερά φαντάζουν δυσκολότερες από ότι θα ήταν αν δύο πολιτικές παρατάξεις απλά προσπαθούσαν να “μοιράσουν τα κουκιά” προκειμένου να συγκυβερνήσουν. 

Επιπλέον οι ελιγμοί μιας κυβέρνησης στο πεδίο της εσωτερικής πολιτικής είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και εξαρτώμενες από την πορεία της εξωτερικής πολιτικής. Τα περιθώρια ελιγμών και ανατροπών που μπορεί να έχει μια κυβέρνηση εντός των προδιαγεγραμμένων σε μεγάλο βαθμό αξόνων της οικονομικής και διεθνούς πολιτικής, εξαρτώνται σημαντικά από την βούληση του συνόλου των πολιτών απέναντι σε αυτά τα θέματα. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης όπως αυτή που αντιμετωπίζει η Ελληνική κοινωνία, η πολιτική βούληση και η κοινωνική δυναμική οφείλουν να συμπορεύονται και να δημιουργούν μια οργανική ενότητα, προκειμένου οποιαδήποτε ρηξικέλευθη προσπάθεια να τελεσφορήσει.

Το ζητούμενο λοιπόν, την επομένη των εκλογών, δεν περιστρέφεται γύρω από τις προθέσεις και δυνατότητες μιας κυβερνητικής πολιτικής, αλλά την ενεργή πολιτική στάση των πολιτών. Αυτό που απαιτείται είναι η κοινωνία και η πολιτική να αναπροσδιορίσουν την σχέση τους από μια σχέση εξάρτισης σε μια σχέση συστράτευσης για το κοινό όφελος. Κάτι τέτοιο απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας και στάσης, έτσι ώστε η πολιτική ανάθεση και εκπροσώπηση να μην είναι αποτέλεσμα παθητικότητας και μη συμμετοχής αλλά ακριβώς το αντίθετο. Η πολιτική πρέπει να επιστέψει στην κοινωνία, που θα έχει τον κύριο λόγο στην χάραξη της όποιας πορείας και οι πολιτικοί να πάψουν να αποτελούν διακριτή τάξη ανθρώπων.  Τότε και μόνο τότε θα αποδυναμωθούν οι φωνές της αντίδρασης και της ισοπέδωσης που προτάσσουν την διεξαγωγή της πολιτικής ζωής με όρους γηπέδου και παζαριού. Αυτό που μένει να δούμε είναι αν οι Έλληνες θα σηκωθούν από τους καναπέδες και την επόμενη μέρα μετά τις κάλπες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου