Σάββατο 6 Απριλίου 2013

Οι τουρίστες που δεν περιμέναμε



Κείμενο που γράφτηκε την περίοδο που η Ελλάδα θεωρούσε εαυτό μέλος του club των ισχυρών.




Ένα ταξίδι μπορεί να παρομοιαστεί με ένα ανοιχτό παράθυρο, που αφήνει τον ταξιδιώτη να έχει μια στιγμιαία αλλά καταλυτική εικόνα, σε ένα σύμπαν διαφορετικό από το οικείο και καθημερινό.  Η πρόθεση της αφετηρίας ενός ταξιδιού είναι βέβαια σημαντική αλλά σε κάθε περίπτωση είναι τέτοια η δύναμη των εντυπώσεων που μπορεί να αποκομίσει κάποιος από την έκθεση του σε μια άλλη πραγματικότητα (όσο μερική και αποσπασματική και αν είναι αυτή) που ως εμπειρία μπορεί να φωτίσει  με ένα άλλο φώς τα δεδομένα της γνώριμης πραγματικότητας. Ο ταξιδιώτης κοιτά έξω από το παράθυρο και αντικρίζει ένα κόσμο που τα πάντα αντανακλούν τις δικές του προβολές και προσδοκίες. Ο απόηχος αυτής της εμπειρίας όπως και αν αποτυπώνεται, προβάλετε και διαμεσολαβείτε δεν αντιστοιχεί στην ουσία της εμπειρίας.  Οι εικόνες των καρτ-ποστάλ αδυνατούν να μεταφέρουν την ''μεγαλύτερη εικόνα'', οι οθόνες των τηλεοράσεων, υπολογιστών κτλ, μόνο ως θολή αντανάκλαση μπορούν να σταθούν δίπλα στην ολοκληρωτική εμπειρία του να 'είσαι εκεί.
            Βέβαια δεν είναι όλα τα ταξίδια ίδια, ούτε όλοι οι ταξιδιώτες. Για παράδειγμα εκείνος ο αρχαίος πολυμήχανος Θειακιός ο Οδυσσέας που έκανε ίσως το ποιό διάσημο και περιπετειώδες ταξίδι στην ανθρώπινη ιστορία, δεν έκανε ακριβώς αυτό που σήμερα αποκαλούμε τουρισμό. Το ίδιο ισχύει και για τον πολυταξιδεμένο ιστορικό Ηρόδοτο που είχε αλωνίσει μεγάλο μέρος του γνωστού τότε κόσμου. Στον αντίποδα αυτών τον δύο περιπτώσεων έχουμε τον άλλο διάσημο αρχαίο Έλληνα, τον μεγάλο Αλέξανδρο, που ταξίδεψε ως την Ινδία… μαζί βέβαια με όλο του το στράτευμα. Ο Αλέξανδρος σίγουρα δεν ήταν τουρίστας και ούτε μπορεί μάλλον κάποιος να αποκαλέσει την εκστρατεία του ταξιδάκι για δουλειές. Το ταξίδι σε αυτή την περίπτωση μοιάζει με ένα παιχνίδι με καθρέφτες, μια αναζήτηση γνώσης, μια επέκταση, όπου το φαντασιακό μπλέκεται με τον αμείλικτο ρεαλισμό των οικονομικών και πολιτικών εξισώσεων.
            Το ταξίδι αναψυχής είναι ένα υπό-φαινόμενο της μοντέρνας εποχής. Τα μεγάλα ταξίδια των ανακαλύψεων των προηγούμενων αιώνων, η βιομηχανική επανάσταση, η αποικιοκρατία είναι προπομποί των τουριστικών ταξιδιών, καθώς διαμόρφωσαν τη δυνατότητα και το περιβάλλον για τη συρρίκνωση των γεωγραφικών και πολιτικών ορίων του πλανήτη. Το ταξίδι που έχει ως αφετηρία την αναψυχή, συνήθως, χαρακτηρίζεται από μια ανάγκη απόδρασης και ανάπαυλας από τις ρουτίνες του οικείου. Είναι μια απόδραση από την καθημερινότητα προς ένα κόσμο εξωτικό. Η αντίληψη αυτή δεν προκύπτει αυθόρμητα στους επίδοξους φυγάδες του τουρισμού αλλά διαμορφώνεται και καλλιεργείτε μέσα από αναπαραστάσεις αυτού του ‘εξωτικού’ κόσμου.
Αυτές οι λεγόμενες αναπαραστάσεις συνίστανται σε ένα ιστορικά διαμορφωμένο ‘λόγο’ περί μακρινών τόπων και πολιτισμών, όπως αυτός προκύπτει στην λογοτεχνία, την κινηματογραφία και γενικότερα στον τρόπο αφήγησης και εξιστόρησης των ταξιδιωτικών εμπειριών. Οι πρώιμες εμπειρίες τέτοιων επαφών με ‘εξωτικές’ χώρες, όπως έγιναν αντιληπτές μέσα από τα διόπτρα ευρωπαίων εμπόρων, κατακτητών, ταξιδιωτών και αποικιοκρατών, μεταδόθηκαν σε ένα αναγνωστικό κοινό διψασμένο για ρομαντικές περιπέτειες, διαμορφώνοντας καταλυτικά την νοοτροπία και την στάση των επόμενων γενεών ταξιδιωτών προς αυτές τις περιοχές. Αυτή η απόδοση του ‘ξένου’ ήταν όμως πάντοτε μερική, πάντοτε προκατειλημμένη από τη διαφορά δυναμικού ανάμεσα σε αυτούς που κατέγραφαν μια πραγματικότητα και σε αυτούς που ήταν το αντικείμενο αυτής της αφήγησης. Μέσα σε αυτές τις ρομαντικές εξιστορήσεις βλέπουμε συχνά άλλους τόπους και πολιτισμούς να παρουσιάζονται υπό το πρίσμα ενός συγκαλυμμένου ιδεολογικού δυισμού. Από τη μία αυτοί οι πρώιμοι αφηγητές εξυμνούσαν το φυσικό κάλος και την αγνότητα του πολιτισμού άλλων κοινωνιών (μια αγνότητα που πολλές φορές παρουσιάζεται ως υπό-πρωιών της άγνοιας) και από την άλλη επιβεβαίωναν την πολιτισμική και πολιτική ανωτερότητα και κυριαρχία του δυτικού τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής. Μέσα από αυτό το συνονθύλευμα αντιλήψεων διαμορφώθηκαν οι συνθήκες που σήμερα ορίζουν φαντασιακά ολόκληρα τμήματα του πλανήτη ως τόπους απόδρασης και αναψυχής για προνομιούχους τουρίστες.
            Στη σύγχρονη εποχή, το ταξίδι αναψυχής ήταν αρχικά το προνόμιο των πολιτών εύρωστων οικονομικά χορών. Σταδιακά και με την διάδοση των μέσων πληροφόρησης (δορυφορική τηλεόραση, διεθνές ραδιόφωνο, ηλεκτρονικός τύπος κτλ) οι κάτοικοι μακρινών γεωγραφικών και πολιτισμικών περιοχών του πλανήτη άρχισαν να κατακλύζονται από ένα δελεαστικό βομβαρδισμό εικόνων και ωραιοποιημένων προβολών του τρόπου ζωής των δυτικών κοινωνιών. Οι εκπρόσωποι των οικονομικών ελίτ των περιοχών αυτών ήταν οι πρώτοι που άρχισαν να παραθερίζουν και να στέλνουν τους γόνους τους για σπουδές στα οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα του δυτικού κόσμου. Για παράδειγμα στην Ελλάδα της δεκαετίας του εβδομήντα συναντάμε τη στερεοτυπική εικόνα του άραβα Κρίσου που διαμένει στο Hilton, μετακινητέ με λιμουζίνα και επιδεικνύει τον πλούτο του μοιράζοντας Rolex ρολόγια και δολάρια στο προσωπικό.
 Με τη σειρά τους οι απλοί πολίτες αυτών των χορών, με τρόπο ανάλογο με αυτό των ευκατάστατων τουριστών της δύσης, άρχισαν να οραματίζονται τον δυτικό κόσμο σαν ένα επίγειο παράδεισο, ένα τόπο γεμάτο ευκαιρίες, όπου μπορούν να αποδράσουν από τα δικά τους αδιέξοδα.
Είναι υπό μία ένια φυσικό, ο τρόπος ζωής των ευκατάστατων τάξεων να αποτελεί πρότυπο προς μίμηση και για τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις. Στη χώρα μας έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα, αρκεί μόνο να αναλογιστεί κάποιος το πως μέσα σε μια τριακονταετία τα χειμερινά κέντρα αναψυχής και τα χιονοδρομικά κέντρα έπαψαν να είναι μόνο τόπος εποχιακής απόδρασης των κοινωνικών κύκλων του Κολωνακίου, αρκεί κάποιος να επισκεφθεί μια αντιπροσωπία πολυτελών αυτοκινήτων για να διαπιστώσει ότι υπάρχουν χιλιάδες όχι και τόσο ευκατάστατοι συμπολίτες μας, που για χάρη του κοινωνικού γοήτρου και του μιμητισμού, προβαίνουν σε αγορές συμβολικού κοινωνικού κεφαλαίου (ακριβό αυτοκίνητο) που συχνά πυκνά δεν μπορούν κα καλύψουν οικονομικά.
Δεν είναι όμως μόνο ‘φαντασιακοί’ λόγοι που ωθούν το πολύχρωμο πλήθος των ταξιδιωτών, από τις μέχρι πρότινος εξωτικές περιοχές του πλανήτη, προς μια εκούσια ή ακούσια μετακίνηση προς τις χώρες του αποκαλούμενου ανεπτυγμένου κόσμου. Σήμερα αυτοί οι ταξιδιώτες αποκαλούνται μετανάστες γιατί σε αντίθεση με τους τουρίστες αποζητούν μια μόνιμη απόδραση από τον τόπο διαμονής τους. Οι  λόγοι που τους ωθούν στην φυγή διαφέρουν, αλλά όλοι αποζητούν μια ανάπαυλα και μια ευκαιρία για αναγέννηση, με τον ίδιο τρόπο που οι δυτικοί τουρίστες μπορεί να οραματίζονται ρομαντικά τις διακοπές τους σαν ένα είδος ευκαιρίας για να ‘πάρουν μια ανάσα’ να  αναθεωρήσουν και να αναπροσδιορίσουν τη θέση τους στην πραγματικότητα. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατηγορίες ταξιδιωτών είναι βέβαια αναμφισβήτητα διακριτή. Οι μετανάστες δεν έχουν σε πολλές περιπτώσεις τη δυνατότητα να αναπροσδιορίσουν την πραγματικότητα τους. Πολλοί από αυτούς αποδρούν από το θάνατο του πολέμου και της πολιτικής αστάθειας, άλλοι από μια οικονομική πραγματικότητα μιζέριας και αβεβαιότητας. Σε κάθε περίπτωση το τί αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι αυτοί στις χώρες τους, πάντα αντιπαρατεθείτε για αυτούς στις εικόνες που προσλαμβάνουν από την πραγματικότητα που βιώνουμε στις δικές μας κοινωνίες. Κατά κάποιο τρόπο είναι σαν να έχουμε πέσει θύματα της ίδιας της πολιτιστικής μας προπαγάνδας. Όπως έλεγε και εκείνη η παραπλανητική διαφήμιση για την ολυμπιάδα του 2004, ‘’ζήσε το μύθο σου στην Ελλάδα’’
…έ λοιπόν τώρα ήρθαν να ζήσουν το μύθο τους στην Ελλάδα
οι τουρίστες που δεν περιμέναμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου