Στον βυθό της μέρας αναγαλλιάζει.....
Μια αγέλη άγρια, σκυλιών
τυφλών, δίχως δεσπότη, τις νύχτες στα
όνειρα μου αλυχτά.
Για το μονοπάτι που
χορταριάζει ξεχασμένο μου μιλά ο πιο
θαρραλέος των ταπεινών, ο μαύρος καπνός
που αναδύεται από της καρδιάς την
τελετουργική καύση.
Μια ομήγυρη άλογη, δίχως
φρένα, την λογική μου σε μνήμα ρηχό ενταφιάζει. Κιβούρι δίχως εγχάραξη, της μνήμης η
παρηγοριά γίνεται κατευόδιο στης
λησμονιάς την σκόνη. Στον βυθό, στον βυθό... η μέρα κυνόδοντες φέρει.
Οχλοβοή έχω μέσα μου,
μα οι φωνές δεν συμφωνούν. Σε
πόλεμο βρίσκεται ο παλιός κακός με τον
ηλίθιο νέο. Σαν με πιθήκου περπατησιά
την σκάλα του Ιακώβ να σκαρφαλώσει
μάταια προσπαθεί, η αγέλη αναγαλλιάζει.....
Οι φιλοδοξίες των μικρών
ψαριών στην νερολακούβα του φθινοπώρου,
μοιάζουν με πλοία φαντάσματα που
κατατρώει η σκουριά και η αλμύρα,
ξεμακραίνουν από την ρώτα τους άσκοπα
σε αυτή την θάλασσα των νεκρών ματιών. Στον βυθό της μέρας η αγέλη αναγαλλιάζει.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου