Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαίο κείμενο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαίο κείμενο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ



 















 Τα αφρόκλαρα της οξιάς
   Ξεπετάχτηκαν όψιμα,
Μεταμορφώθηκαν και αναζωογονήθηκαν
   Από το μαρασμό τους

Όταν η οξιά ευδοκιμεί,
   Παρά τις γητείες και τα ξόρκια
Μπλέκονται τα ακρόκλαρα της βελανιδιάς,
   Και υπάρχει ελπίδα για τα δέντρα

Λεηλάτησα τη φτέρη
   Και όλα τα μυστικά διακρίνω
Ο γερο-Μαθ, γιος του Μαθόνουα
   Δεν ξέρει περισσότερα από μένα

Από εννέα ειδών χαρίσματα
   Θεού πλάσμα εγώ :
Από γέννημα καρποφορίας
   Εννέα ειδών δέντρων –

Δαμάσκηνο, κυδώνι, μύρτιλο, μούρο
   Σμέουρο, αχλάδι,
Μαύρο κεράσι, κεράσι
   Και σούρβο τα μεράδια μου

Από τη θέση μου στο Βεναβέδ,
   Πόλη πολύ ισχυρή
Παρατηρούσα τα δέντρα και τις πρασινάδες
   Να σπεύδουν να στοιχηθούν

Αφού αποτραβηχτούν από την ευτυχία
   Ευχαρίστως συντάσσονται
Υπό μορφή κεφαλαίων ψηφίων
   Του αλφαβήτου.

Οι στρατοκόποι απορούσαν,
   Οι μαχητές είχαν αποθαρρυνθεί
Μ ε την αναζωπύρωση των μαχών
   Που προκάλεσε ο Γκουάρντιον

Κάτω από τη ρίζα της Γλώσσας
   Μια σύγκρουση φοβερή
Και ένας πόλεμος
Πίσω, μέσα στο κεφάλι

Οι κλήθρες στην πρώτη γραμμή
   Ξεκίνησαν τη μάχη
Η ιτιά και η σουρβιά
   Αργοπόρησαν να στοιχηθούν

Το ου, σκουροπράσινο,
   Αντιστεκόταν ανυποχώρητα
Οπλισμένο με πολλές αιχμές
   Πλήγωνε το χέρι.

Από την πατημασιά της γρήγορης δρυς
    Σείστηκαν Ουρανός και Γη
«Στιβαρός Φρουρός της Πύλης»
    Το όνομα της σε κάθε γλώσσα.

Κραταιά η αγριελιά στη μάχη,
   Και ο κισσός στις δόξες του
Η φουντουκιά διαιτητής
 Αυτή την μαγική στιγμή.

Αγενές και πρωτόγονο ήταν το έλατο,
    Αμείλικτη η φλαμουριά –
Δεν ξεφεύγει βήμα
    Κινείται κατευθείαν προς την καρδιά

Η σημύδα, μολονότι πολύ αριστοκρατική,
    Άργησε να αρματωθεί :
Δείγμα όχι ανανδρίας
    Αλλά υψηλής καταγωγής.

Το ρείκι ήταν παρηγορητικό
    Για τους ανθρώπους του μόχθου
Οι καρτερικές λεύκες,
    Κατατσακισμένες στην μάχη.

Μερικά φυλλορόησαν
    Στο πολεμικό πεδίο
Επειδή κατατρυπήθηκαν
    Από την πίεση του εχθρού.

Πολύ εξαγνισμένο ήταν το κλήμα
    Με πρωτοπαλίκαρά του τις φτελιές ΄
Κι εγώ το εξύμνησα περίσσια
    Στους κρατούντες του κόσμου.

Σθεναροί μπροστάρηδες η μαυραγκαθιά
    Με τους βλαβερούς καρπούς,
Και η αντιπαθητική μουμουτζελιά
    Φορώντας τα ίδια ρούχα,

Το γοργό καλάμι πήρε στο κατόπι,
    Το σπαρτό και τα κουτσούβελα του,
Και το σταυράγκαθο άπρεπο
    Ώσπου τιθασεύτηκε.

Ο ίταμος σκορπώντας προικιά
    Μελαγχολούσε στις παρυφές στης σύγκρουσης,
Με την κουφοξυλιά να σιγοκαίγεται
    εν μέσω κυκλωτικών πυρών,

Και η ευλογημένη αγριομηλιά
    Γελούσε περήφανα
Από το ξόρκι του Μαέλντρεου
    Προς την πλευρά του βράχου.

Υπό προστασία επέζησε
    Η μυρτολιά και το αγιόκλημα,
Άμαθα στη μάχη,
    Και το αριστοκρατικό πεύκο.

Όμως εγώ, μολονότι με χλεύασαν
    Που δεν ήμουν μεγάλος,
Πολέμησα τα δέντρα στην αράδα σου
    Στο πεδίο των ακρόκλαρων των Δέντρων


Από το ρομάντζο το Ταλιέσιν σε μετάφραση απο Ντ. Ου. Νας και αναδιάταξη από τον Ρόμπερτ Γκεϊβς  από την πραγματεία " Η Λευκή Θεά"